Τα 3 Α της χαράς

15/09/2025
beach-863139_1280 (1)

Καμιά φορά στο θεραπευτικό πλαίσιο κάνεις μια ερώτηση και η απάντηση αναπάντεχα αποκαλύπτει μια ολόκληρη πορεία ζωής.

«Παλιά η χαρά ήταν αυθόρμητη. Στην εφηβεία έγινε άβολη. Και τώρα… απόμακρη.» Πέμπτη απόγευμα… Νωρίς… Γυναίκα 22 ετών.

Και αναρωτιέσαι… Μπορεί ένα συναίσθημα να χαθεί, να εξαφανιστεί; Να αποσύρεται άραγε προσωρινά; Να προστατεύεται;  Ή μαθαίνει να κρύβεται και μερικές φορές, να περιμένει;

Εν αρχή η χαρά ήταν αυθόρμητη. 

Πότε ήταν αυθόρμητη η χαρά;

Στα παιδικά χρόνια λέει… Που έτρεχα χωρίς λόγο, γελούσα χωρίς ενοχή, ήμουν χωρίς να εξηγώ. Τότε που έπαιρνα το ποδήλατο και  χωρίς προετοιμασία ή σκέψη  με μια φυσική, αυθόρμητη ροή ενέργειας στο σώμα εξαφανιζόμουν για ώρες. Τότε η χαρά δεν ήταν συναίσθημα-δώρο, αλλά φυσική κατάσταση ύπαρξης.

Η αυθόρμητη χαρά είναι το πρωταρχικό συναίσθημα της ζωής που εμφανίζεται αυθεντικά, χωρίς φίλτρα ή φόβους. Είναι η σύνδεση με τον εαυτό μας και τον κόσμο στο παρόν. Αυτή που μας κάνει να νιώθουμε ζωντανοί. Το άμεσο «είναι» που δεν έχει περάσει από το φίλτρο των αντιστάσεων ή της αυτολογοκρισίας. Μια κατάσταση  που η ψυχή απελευθερώνεται στιγμιαία και αβίαστα. Η μικρή εκείνη αίσθηση: «είμαι εδώ και είναι αρκετό». Έχει ελευθερία αυτή η χαρά. Χτίζει την εσωτερική πεποίθηση ότι η ζωή είναι φιλόξενη.

Όμως αργά ή γρήγορα έρχεται εκείνο το βλέμμα. Η απόρριψη. Η ντροπή. Το πρώτο «μη». Και η χαρά αρχίζει να συστέλλεται.

 

Έπειτα έρχεται η άβολη χαρά.

Κάπου στην εφηβεία. Που κάτι αλλάζει. Που ο εσωτερικός κόσμος συγκρούεται με τη συλλογική πραγματικότητα. Η χαρά δεν ρέει πια αυθόρμητα, αλλά σκοντάφτει σε εμπόδια.

Το επίθετο «άβολη» περιγράφει κάτι που προκαλεί δυσφορία, δυσκολία, αμηχανία ή αίσθηση ότι κάτι δεν ταιριάζει ή δεν είναι κατανοητό. Κάτι που δεν «κάθεται καλά».

Η άβολη χαρά είναι η χαρά που έχει περάσει μέσα από φιλτράρισμα και επιβαρύνσεις. Δεν μπορεί πια να εκδηλωθεί αυθύπαρκτα και εντελώς ελεύθερα. Αντίθετα, κρατιέται πίσω, συχνά από φόβο, αμφιβολία ή ενοχές. Φέρει μέσα της μιαν αντίφαση : την επιθυμία για ζωή και έκφραση αλλά και την ταυτόχρονη δυσκολία να τη διερευνήσει κανείς ή να την αποδεχτεί. Η άβολη χαρά δεν ανήκει ολοκληρωτικά στο παρόν. Δυσκολεύεται να βρει χώρο και χρόνο.

«Άρχισα να αντιλαμβάνομαι για πρώτη φορά ότι δεν υπήρχε χαρά στο σπίτι μας. Άρχισα να βλέπω πράγματα που δεν ήξερα. Μυστικά, λύπες, προβλήματα. Και κάθε φορά που ένιωθα καλά, ένιωθα και τύψεις. Λες και δεν είχα δικαίωμα.»

Η μετάβαση από την παιδική αθωότητα στην εφηβική παρατήρηση φέρνει συχνά την πρώτη σύγκρουση με την αλήθεια του περιβάλλοντος. Το παιδί μεγαλώνει και συνειδητοποιεί ότι η χαρά του δεν έχει τόπο να προσγειωθεί. Δεν χωράει στο οικογενειακό αφήγημα. Δεν έχει μάρτυρα. Κι έτσι μαθαίνει να τη ¨μαζεύει¨. Η άβολη χαρά ήταν για τη θεραπευόμενη διπλή δοκιμασία: μέσα στο σπίτι υπήρχε η αίσθηση ότι η χαρά είναι προδοσία της πραγματικότητας. Έξω, στις παρέες, υπήρχε το άγχος της αποδοχής, η αμηχανία μπροστά στην αλλαγή του σώματος, της ταυτότητας, του ανήκειν.  Το σώμα θυμάται την αυθόρμητη χαρά, αλλά ο νους έχει πια προσαρμοστεί στην άρνηση.

Τέλος η απόμακρη χαρά

Μακρινή, αποξενωμένη, αποστασιοποιημένη. Η χαρά δεν είναι πια μια άμεση εμπειρία· μοιάζει κάτι μακρινό, κάτι που ανήκει σε μια άλλη ζωή ή σε μια καλύτερη στιγμή που αργεί. 

Στα 22, η χαρά δεν είναι πια άβολη· είναι μακρινή. Δεν απαγορεύεται, αλλά μετατίθεται στο μέλλον.

Η νεαρή γυναίκα το είπε απλά:

«Πρώτα πρέπει να τελειώσω τις υποχρεώσεις. Να σταθώ στο ύψος μου. Και μετά… ίσως χαρώ.»

Οι σπουδές, οι εργασιακές ανησυχίες, οι οικονομικές πιέσεις, οι σχέσεις που δοκιμάζονται, η αγωνία του “ποια θα γίνω” ,όλα δημιουργούν ένα τείχος ανάμεσα στο σήμερα και στη χαρά.

Το συναίσθημα δεν εκδηλώνεται ούτε βιώνεται απευθείας από το άτομο. Υπάρχει ως  ψυχική απόσταση. Μια απομάκρυνση που μπορεί να είναι αποτέλεσμα φόβου, προστασίας από τον πόνο, ή και εγγενών εσωτερικών πεποιθήσεων . Η χαρά έχει εξοριστεί στο μέλλον. Σε κάποιο αόριστο «μετά». Δεν είναι πια άβολη, όπως στην εφηβεία, αλλά αναβλητέα. Και αυτή η αναβολή την καθιστά απόμακρη. Η χαρά είναι πια ανταμοιβή και όχι δικαίωμα. Κι αυτό είναι το τίμημα της ενήλικης ζωής.

Τρία επίθετα. Και τα τρία ξεκινούν με το ¨α¨. Αυθόρμητη, άβολη και απόμακρη. Το συναίσθημα της χαράς και οι μεταμορφώσεις του. Με τα μάτια μιας 22χρονης.

Το συναίσθημα όμως δε χάνεται. Η οπτική μας το μεταμορφώνει το κάνει να κρύβεται και να περιμένει. Είναι εκεί. Αρκεί να θελήσουμε να διασχίσουμε τη διαδρομή από την απομάκρυνση πίσω στο αυθόρμητο μα με νέο τρόπο.

 

Σχετικά Άρθρα

Πονά η ενηλικίωση ρε γ…

Πονά η ενηλικίωση ρε γ…

Μια απλή φράση που εμπεριέχει την ουσία μιας υπαρξιακής εμπειρίας. Δεν ειπώθηκε με παράπονο, ούτε ως παραίτηση. Ειπώθηκε από μια γυναίκα 40 ετών με την καθαρότητα μιας εσωτερικής επίγνωσης. Η ενηλικίωση δεν ξεκινά στα 18. Δεν υπογράφεται με κάποιο νομικό δικαίωμα ή...

Αυτό το ύφασμα έτσι κόπηκε, έτσι θα φορεθεί.

Αυτό το ύφασμα έτσι κόπηκε, έτσι θα φορεθεί.

Πέμπτη απόγευμα. Συνάντηση ψυχοθεραπείας με μια 50χρονη γυναίκα που για χρόνια πορεύεται με τόλμη και γενναιότητα στις δικές της προσωπικές, δημιουργικές διαδρομές. Μέσα στη ροή του λόγου την ακούω που λέει: «Αυτό το ύφασμα έτσι κόπηκε, έτσι θα φορεθεί. Έτσι λέει η...